Κάμερες και δημοσιογράφοι βρέθηκαν στο λαϊκό προσκύνημα της σορού της Καίτης Γκρέυ στη Νέα Σμύρνη – δείτε εδώ πλούσιο φωτογραφικό υλικό – και πλησίασαν τον Νίκο Νικόλιζα, ο οποίος είχε αποκτήσει με την τραγουδίστρια μία σχέση μητέρας – παιδιού, για να τον ρωτήσουν πώς αισθάνεται, αλλά και να ακούσουν τα τρυφερά του λόγια για εκείνη και τη ζωή της.

Δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του, αλλά κατάφερε να απαντήσει για τις δυσκολίες που πέρασε στη ζωή της η ερμηνεύτρια, κάνοντας μία σπάνια και ανατριχιαστική αναφορά στην θεία της, η οποία είχε επιχειρήσει να την εκπορνεύσει όταν ήταν πολύ μικρή.

Η τραγική ιστορία της Καίτης Γκρέυ πίσω από την προσπάθεια της θείας της να την εκπορνεύσει

«Ήταν η Βασίλισσα του λαϊκού τραγουδιού, όπως την είχαν αποκαλέσει, δικαίως. Την είχα σαν μάνα μου. 32 ολόκληρα χρόνια ούτε μία μέρα δεν χωρίσαμε. Ήθελε ο κόσμος να την θυμάται με καλοσύνη, γιατί ήταν ένας πολύ καλοσυνάτος άνθρωπος και όλες αυτές τις μέρες έχω λάβει πάρα πολλά μηνύματα από ανθρώπους που τους βοήθησε χωρίς να το ξέρουμε εμείς. Βοηθούσε ορφανά και μου έλεγε κυρίως για τα ορφανά, γιατί η ίδια είχε ορφανέψει από πολύ μικρή με πολύ άσχημο τρόπο. Έζησε πολύ σκληρά και πικρά χρόνια. Η θεία της μέχρι και να την εκπορνεύσει πήγε και να την δώσει σε έναν Ιταλό…», είπε χαρακτηριστικά και εκείνη τη στιγμή οι δημοσιογράφοι του Live You τον διέκοψαν για να τον ρωτήσουν για το βιβλίο που είχε γράψει εκείνη για τη ζωή της, το οποίο έσκισε τρεις φορές μέχρι να το κυκλοφορήσει.

«Μου είπε “η ζωή μου δεν ήταν μελό, ήταν δράμα”», πρόσθεσε ο Νίκος Νικόλιζας, εξηγώντας πως όταν επρόκειτο να βγει στη δημοσιότητα αυτό το χαρακτήρισε ως μελό, για να λάβει αυτή την απάντηση από εκείνη.

Σχετικά με την θεία της και το γεγονός πως επιχείρησε να “πουλήσει” το κορμί της, η ίδια η Καίτη Γκρέυ είχε αναφέρει στην βιογραφία της, μιλώντας στο τρίτο πρόσωπο για τον εαυτό της:

«Το δένει, συχνά, σε ένα δέντρο –ακακία θυμάται η Καίτη Γκρέυ πως ήταν- το βαράει με το καλάμι που έσπρωχνε τις κότες, το βρίζει, το αφήνει νηστικό, το φοβερίζει. Ως και σε έναν Ιταλό κατακτητή το τάζει. “Πήγαινε μέσα μωρή, θα σε χαϊδέψει μόνο, δε θα σε φάει”, λέει στο παιδί, που είναι δεν είναι έντεκα χρόνων.

“Δεν πάω”, φωνάζει αυτό. Και τότε η κακιά γυναίκα, η βγαλμένη λες από παραμύθι, η μητριά της Σταχτοπούτας, το σακατεύει στο ξύλο. Λίγο πριν το παιδάκι ξεψυχήσει, ένας άλλος Ιταλός το σώζει απ’ τα χέρια της θείας. Και είναι ο ίδιος Ιταλός, ο Στέφανο, που θα το βάλει σε μια βάρκα και θα το περάσει στην Τουρκία, μαζί με μια οικογένεια Ελλήνων για να σωθούν απ’ τον βομβαρδισμό της Σάμου.

Νύχτα, σαν σκιά, σαν όνειρο κακό, ένας Τούρκος πάει να αρπάξει το παιδί απ’ τη βάρκα μέσα και αυτό ουρλιάζει και ουρλιάζει. Και μετά Παλαιστίνη. Και αντίσκηνα και συσσίτια και πείνα και δίψα και ανελέητος ήλιος και ένα παιδάκι μόνο του στον κόσμο, να ψάχνει για σκιά και βοήθεια.

“Εγώ ξένο άνθρωπο από την πόρτα μου δεν έδιωξα, γιατί αν βρήκα καλό από ξένο άνθρωπο το βρήκα. Ό,τι μπορώ να τον βοηθήσω, μ’ αρέσει να βοηθάω γιατί βοηθήθηκα”, λέει η Καίτη Γκρευ, σταρ και ίνδαλμα, δεκαετίες αργότερα. Μια κυρία Θεανώ, ένας καλός Αιγύπτιος αξιωματικός και το μικρό κορίτσι επιβιώνει», αναγράφεται συγκεκριμένα στο βιβλίο – δείτε επίσης την αποκάλυψη για την υιοθεσία, την κακοποίηση, τον γάμο στα 14 και τον βιασμό.