Αλίκη Βουγιουκλάκη: Η αρρώστια που την "χτύπησε" όταν ήταν μωρό! Θεραπεύτηκε από θαύμα

Ανατριχιαστική αποκάλυψη τόσα χρόνια μετά... Είχε μεταφερθεί νοσοκομείο και...

Αλίκη Βουγιουκλάκη: Η αρρώστια που την

Από θαύμα θεραπεύτηκε η Αλίκη Βουγιουκλάκη όταν ήταν μωρό! Αυτή είναι η αρρώστια που την είχε "χτύπησε"! Ανατριχιαστική αποκάλυψη για την θρυλική ηθοποιό...

Η Αλίκη Βουγιουκλάκη γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1934 στην Αθήνα. Ο πατέρας της λεγόταν Ιωάννης Βουγιουκλάκης και καταγόταν από το χωριό Λάγεια της Μάνης και ήταν δικηγόρος και η μητέρα της καταγόταν από το χωριό Μελίσσι της Κορινθίας και είχε και άλλα δυο αδέλφια, τον Αντώνη και τον Παναγιώτη. Η μαμά του μπαμπά της, τραγουδούσε ωραία και απάγγελνε ποιήματα και στιχάκια και ο μπαμπάς του μπαμπά της, ήταν μαρμαρογλύπτης και φιλοτέχνησε το άγαλμα του Κωνσταντίνου Α΄, όπως και πολλά άλλα σπουδαία έργα.

Έτσι οι γονείς βλέποντας να έρχεται ο χαμός του παιδιού τους, φώναξαν έναν παπά για να προλάβουν να το βαφτίσουν πριν γίνει το κακό. Την ημέρα λοιπόν της βάφτισης, για να προστατέψουν το μωρό από ίσως χειρότερο κρύωμα, άπλωσαν από πάνω από την κολυμπήθρα μια κουβέρτα. Την ώρα λοιπόν του μυστηρίου, ένας από τους παρισταμένους δεν πρόσεξε πως κρατούσε το κερί του και έβαλε φωτιά στην κουβέρτα προστασίας του μωρού. Ο πανικός που προκλήθηκε ήταν αναπόφευκτος, αλλά πάνω στην τρέλα που επικρατούσε, το μωρό άνοιξε τα ματάκια του, έβαλε τα κλάματα και από εκείνη την ημέρα και μετά, η υγεία του μωρού άρχισε να πηγαίνει από το καλό στο καλύτερο.

Από μικρή ηλικία δείχνει τα πρώτα δείγματα αγάπης για το θέατρο, όταν μαζί με τ’ αδέλφια της και μαζεύοντας γείτονες, αλλά και τους δικούς τους, δίνουν συχνά παραστάσεις, από τις οποίες όλοι γελούν και περνούν κάποιες ώρες ευχάριστες, βλέποντας αυτούς τους τρεις μικρούς θεατρίνους.

Σε μικρή ηλικία χάνει τον πατέρα της, όταν εκείνος διατελούσε χρέη νομάρχη στην Τρίπολη, την περίοδο 1941 – 1943. Λέγεται ότι είχε πολύ δεξιές αποκλίσεις και έτσι στα τέλη του 1943, όταν είχε πάει να φέρει τρόφιμα για την οικογένεια του (γιατί εκείνη την εποχή, υπήρχε μεγάλη έλλειψη τροφίμων στην Αθήνα), τον σκότωσαν στην χαράδρα Κυνουρίας. Ο χαμός του πατέρα της, την σημάδεψε για πάντα και τα χρόνια που πέρασαν με μόνο προστάτη της οικογένειας πια την μητέρα της, ήταν αρκετά δύσκολα.

Σε μικρή ηλικία χάνει τον πατέρα της, όταν εκείνος διατελούσε χρέη νομάρχη στην Τρίπολη, την περίοδο 1941 – 1943. Λέγεται ότι είχε πολύ δεξιές αποκλίσεις και έτσι στα τέλη του 1943, όταν είχε πάει να φέρει τρόφιμα για την οικογένεια του (γιατί εκείνη την εποχή, υπήρχε μεγάλη έλλειψη τροφίμων στην Αθήνα), τον σκότωσαν στην χαράδρα Κυνουρίας. Ο χαμός του πατέρα της, την σημάδεψε για πάντα και τα χρόνια που πέρασαν με μόνο προστάτη της οικογένειας πια την μητέρα της, ήταν αρκετά δύσκολα.

Τελειώνοντας το γυμνάσιο, δίνει εξετάσεις στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, όπου καταφέρνει να πείσει την επιτροπή για το υποκριτικό της ταλέντο και έτσι παρά τις αρχικές αντιρρήσεις της μητέρας της, αλλά και τον συγγενών του πατέρα της (οι οποίοι σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, άλλαξαν γνώμη) και με την αρκετά υψηλή βαθμολογία που πήρε, ξεκινά να κάνει το όνειρο της πραγματικότητα.

Τότε έμεναν σ’ ένα μικρό σπίτι στο Μαρούσι και για να είναι πιο κοντά στη σχολή της, μετακόμισαν στην Αθήνα, γιατί οι πόροι συντήρησης της οικογένειας, ήταν μόνο η μικρή σύνταξη της μητέρας της. Ήταν τέσσερα άτομα και η ίδια εξομολογείτε, για τα δύσκολα παιδικά της χρόνια, ότι οι μόνες απουσίες που έκανε στη σχολή της, ήταν όταν έβαζε για πλύσιμο την μοναδική φούστα και την μοναδική μπλούζα που είχε.

Η αγάπη της για το θέατρο, την έκανε να ξεχωρίζει στα μαθήματα και στο δεύτερο έτος της σχολής, καταφέρνει να παίξει τον πρώτο επαγγελματικό της ρόλο. Παράλληλα αρχίζει να παίζει και στον κινηματογράφο, με την πρώτη της ταινία «Το ποντικάκι».

Ο ρόλος αυτός προοριζόταν για την Έλλη Λαμπέτη, αλλά εκείνη είχε αρνηθεί, γιατί δεν είχε χρόνο. Η ταινία δεν πήγε πολύ καλά εμπορικά, αλλά οι εφημερίδες και άλλοι είχαν γράψει πολύ καλά λόγια για την ερμηνεία της (αν και εκείνη είχε απογοητευτεί)και ότι ακόμα και τα δάκρυα της ήταν αληθινά και όχι ψεύτικα όπως γινόταν συνήθως.

Στη σχολή όλοι την έβλεπαν με καχυποψία και αναρτιόντουσαν πως εκείνη παίρνει πάντα τους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Μια μέρα μπήκε με κλάματα στο καμαρίνι, μιας μεγάλης ηθοποιούς που έπαιζαν μαζί στις «Φουσκοθαλασσιές», της κυρίας Μιράντας και της παραπονέθηκε ότι όλοι τις κάνουν συνέχεια παρατηρήσεις. Η κυρία Μιράντα την καθησύχασε λέγοντας της να μην στεναχωριέται, γιατί σε πέντε χρόνια θα έχει δικό της θίασο.

Τελειώνοντας το δεύτερο έτος ο Νίκος Χατζίσκου της προτείνει να αντικαταστήσει την Άννα Συνοδινού, η οποία είχε αποχωρίσει από τον θίασο του και να παίξει, επαγγελματικά πάντα, στο έργο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» και φυσικά να κάνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Η επιτυχία της ήταν αναπόφευκτη. Πηγαίνοντας στο τρίτο και τελευταίο έτος για να πάρει το πτυχίο της, ο Αλέξης Μινωτής, της προτείνει ν’ αφήσει την σχολή για να παίξει σ’ ένα έργο που ήθελε να ανεβάσει ο ίδιος.Αυτό την στεναχώρησε πάρα πολύ, γιατί είχε αντιλήφθη ότι στη σχολή της πια δεν την αντιμετώπιζαν σαν μαθήτρια ή συμμαθήτρια, αλλά σαν αποστάτισσα και σαν ξένη.

Με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ ήταν συμμαθητές στη Σχολή και συνέχεια μαλώνανε. Μια φορά η Αλίκη είχε πάρει μια μεγάλη σοκολάτα και ήθελε να την μοιραστεί με κάποιους συμμαθητές της και ο Παπαμιχαήλ πήγε από πίσω της και της την πήρε, για να την φαί μόνος του. Εννοείτε πως η Αλίκη έγινε έξαλλη, αλλάδεν μπορούσε να κάνει και κάτι άλλο.

Τα προηγούμενα έτη τα είχε τελειώσει με «άριστα» και αυτό το «Λίαν καλώς» της έκατσε αγκάθι και αφού το όνομα της γραφόταν στις εφημερίδες και συζητιόταν παντού, δήλωσε ότι θα παρατήσει το θέατρο, κάτι που πάλι σχολιάστηκε αρνητικά και την θεώρησαν ένα είδος βεντέτας, αφού δεν είχε βγει καλά καλά στο σανίδι και αμέσως είχε αρχίσει να κάνει και τέτοιες δηλώσεις.Μερικά χρόνια αργότερα, η Αλίκη είχε πει για τον Χορν, ότι τον θαύμαζε και ότι χαιρόταν που δεν πραγματοποίησε την απειλή του και δεν εγκατέλειψε το θέατρο, γιατί θα ήταν πραγματικά μια μεγάλη απώλεια για το Ελληνικό θέατρο. Βέβαια ο λόγος για τον οποίον συμπεριφέρθηκε έτσι ο Δημήτρης Χορν, ήταν επειδή έβλεπε ότι ο καθηγητής της Σχολής Αλέξης Σολωμός, είχε μεγάλη συμπάθεια στην Αλίκη και συνέχεια προσπαθούσε να την ανεβάσει, σε σύγκριση με τους άλλους μαθητές που είχαν και εκείνοι ταλέντο.

Κάποιοι συμμαθητές της έβλεπαν, ένιωθαν και βίωνα αυτήν την αδικία εις βάρος τους και γι’ αυτό, προς το τέλος της σχολής κυρίως, άρχισαν να συμπεριφέρονται διαφορετικά απέναντι της και όχι με καλή διάθεση. Την έβλεπαν αλλά τους έλεγε κιόλας ότι εκείνη θέλει να πετύχει και διάλεγε πάντα ρόλους μόνο ενζενί και ποτέ πιο μικρούς.

Η μητέρα της επίσης έπαιξε σημαντικό ρόλο για την επιτυχία της, γιατί ήταν πάντα στο πλευρό της, τουλάχιστον στα πρώτα της βήματα. Από το ντύσιμο, τη περιποίηση, το πώς θα πλάσαρε τον εαυτό της, ξαγρυπνούσε μαζί της και προσπαθούσε να την προετοιμάσει να γίνει μια σταρ.

Λίγο μετά την αποφοίτηση της, κάνει το πρώτο της εξώφυλλο στο περιοδικό «Γυναίκα» και την ίδια περίοδο ποζάρει για διαφήμιση της μπίρας «Φιξ», η οποία αφίσα μπαίνει σε καφενεία και ταβέρνες και ο κόσμος πια, αρχίζει να γνωρίζει καλά το όμορφο μελαχρινό κορίτσι, την νέα ανερχόμενη ηθοποιό. Έτσι οι εκδηλώσεις αγάπης, δεν άργησαν να έρθουν. Σε μια προβολή της νέας της ταινίας «Χαρούμενοι αλήτες» στην Κρήτη, όταν έφτασε στο αεροδρόμιο, είδε τόσο πολύ κόσμο που νόμιζε ότι είχε γίνει κάποιο δυστύχημα. Όταν κατέβηκε από το αεροπλάνο και είδε όλον αυτόν τον κόσμο να έρχεται προς το μέρος της με αγάπη και θαυμασμό, τότε κατάλαβε ότι πλέον είχε πετύχει αυτό που ήθελε.

Οι εφημερίδες άρχισαν να ασχολούνται πλέον πολύ με την ζωή της και εκείνη πλέον δεν έχει προσωπική ζωή, γιατί αρχίζουν τα εξώφυλλα, τα αυτόγραφα, τα πλήθη των θαυμαστών, οι συνεντεύξεις κ.α. Όλοι παραδεχόντουσαν ότι δούλευε πολύ σκληρά για να μπορεί να κρατηθεί στην κορυφή. Όταν έπαιζε με τον Μουσούρη στο έργο «Ωραία μου κυρία», η κυκλοφορία στον δρόμο μπροστά από το θέατρο σταματούσε, λόγο του υπερβολικού κόσμου που πήγαινε να την δει. Μια μέρα μια μεγάλη κυρία μπήκε στο καμαρίνι με τον εγγονό της και την παρακάλεσε να την δει λίγο (ο εγγονός), γιατί θα της πάθαινε τίποτα. Η Αλίκη αυθόρμητα έσκυψε και φίλησε τον τρεμάμενο δεκαεπτάχρονο και εκείνος από την συγκίνηση λιποθύμησε. Τόσο μεγάλα πάθη δημιουργούσε η παρουσία της, όπου βρισκόταν.

Ποτέ της δεν τσακώθηκε με δημοσιογράφο και ούτε αντιδρούσε σε ότι και αν της είχαν πει ή γράψει, γιατί ήταν σωστή επαγγελματίας. Αγαπούσε πολύ τα παιδιά και ήθελε να κάνει πολλά. Όταν της είχαν ζητήσει να βγει φωτογραφία με τον γιο της για να την βάλουν εξώφυλλο, εκείνη αρνήθηκε πεισματικά λέγοντας ότι το παιδί της δεν θα το βγάλει στο εμπόριο, για να πουληθούν φύλλα. Την ίδια αντιμετώπιση προς τους δημοσιογράφους είχε και όταν χώριζαν με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ. Δεν ήθελε να γράφετε τίποτα που να τον έθιγε, γιατί έλεγε πως ήταν ο πατέρας του παιδιού της και δεν ήθελε ν’ ακούγετε τίποτα κακό γι’ αυτόν.
Με την «Αστέρω» πήγε στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Βερολίνου το 1959, με «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» πήγε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1960, ως μια από τις καλύτερες ταινίες της πενταετίας και ακόμα πήγε και στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Εδιμβούργου το 1961 και με την «Μανταλένα» πήγε στο Α΄ Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1960, όπου κέρδισε τρία βραβεία και στο Φεστιβάλ των Καννών το 1961.

Την περίοδο που έπαιζε την παράσταση «Η μελωδία της ευτυχίας» στην Θεσσαλονίκη, άρχισε να έχει κάποιους έντονους πόνους, στην περιοχή του στομαχιού. Κάνοντας λοιπόν κάποιες εξετάσεις ,για να δει τι συμβαίνει, η διάγνωση των γιατρών ήταν κακοήθης όγκος στο ήπαρ. Βέβαια αυτό δεν ήταν ικανό να την σταματήσει από τις παραστάσεις, γιατί ίσως και να μην ήθελε να καταλάβει την κρισιμότητα της κατάστασης της. Όμως τελικά δεν άντεχε τους πόνους και αναγκαστικά διέκοψε τις παραστάσεις και πηγαίνοντας με τις εξετάσεις της στην Αθήνα, διαπιστώθηκε, πέραν του κακοήθης όγκου στο ήπαρ, καρκίνου και στο πάγκρεας και μάλιστα καλπάζουσας μορφής. Ταξίδεψε στο Μόναχο, στην Βοστώνη των Ηνωμένων Πολιτειών, μήπως με παραπάνω εξετάσεις μπορέσουν οι γιατροί να θεραπεύσουν την νόσο, αλλά οι ελπίδες όλων δυστυχώς ήταν μηδαμινές.

Έτσι νοσηλεύτηκε για δυο μήνες στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών, όπου από δίπλα της δεν έφευγαν ο γιός της, ο Κώστας Σπυρόπουλος, αλλά και ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ και στις 23 Ιουλίου 1996 έφυγε από κοντά μας και πήγε για πάντα στην γειτονιά τον αγγέλων. Για δυο μέρες βρισκόταν στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών, για λαϊκό προσκύνημα και η ταφή της έγινε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών δημοσία δαπάνη και παρευρέθηκαν πάρα πολύ συνάδελφοι και απλός κόσμος, που την αγαπούσε και την θαύμαζε.

Λόγω του ότι εδώ και πολλά χρόνια, γραφόντουσαν και εξακολουθούν να γράφονται, διάφορα για την ζωή της, τους έρωτες και τους γάμους της, τον ας πούμε τσακωμό με την Τζένη Καρέζη και άλλα που ίσως είναι και αλήθεια, ίσως όμως και όχι, εγώ προτίμησα να μην αναφερθώ σε τίποτα απ’ όλα αυτά και να διηγηθώ πράγματα που διάβασα σ’ ένα πάρα πολύ ωραίο βιβλίο του Αλκίνοου Μπουνιά που λέγετε «Η Αλίκη και οι …. Άλλοι». Έχει ψάξει, έχει μάθει, έχει ρωτήσει και κυρίως το έχει δώσει στην ίδια την Αλίκη και το έχει διαβάσει. Έχει ακόμα χιλιάδες ιστορίες μέσα, που δεν μπορώ να της αναφέρω όλες, αλλά αν πέσει ποτέ στα χέρια σας αυτό το βιβλίο, αξίζει τον κόπο να το διαβάσετε.

Να είσαι καλά όπου βρίσκεσαι αγαπημένη Αλίκη. Εμείς πάντα θα σε παρακολουθούμε, θα σε θαυμάζουμε και θα σε αγαπάμε, για την αφοσίωση σου σε αυτό που αγαπούσες, για την δύναμη σου να παλέψεις από μικρή και να καταφέρεις να κάνεις το όνειρο σου πραγματικότητα και για την τελευταία και πιο μεγάλη σου μάχη, με την ζωή.

Αλίκη Βουγιουκλάκη: Η ταυτότητα της ηθοποιού και το μεγάλο μυστήριο!

Η ταυτότητα της εθνικής Αλίκης Βουγιουκλάκη που εκδόθηκε 54 χρόνια πριν προκαλεί μεγάλο μυστήριο!

H Αλίκη Βουγιουκλάκη κάποτε είχε δηλώσει ότι και μετά από χρόνια όταν θα χω φύγει θα ασχολούνται ακόμα με μένα ,θα βγαίνουν βιβλία σπάνιες φωτογραφίες και συνεχεία θα βρίσκουν θέματα γύρω από την ζωή μου.

Έτσι λοιπόν έφτασε στα χέρια μας και η ταυτότητα της. Αξίζει σαν θησαυρός μιας και η ηλικία της ήταν κάτι που απασχολούσε όλον τον κόσμο όσο ζούσε.

Ακόμα και σήμερα αναρωτιέται πολύς κόσμος αν έχει δηλωθεί μετά το φευγιό της η αληθινή τηςηλικία.

Η ταυτότητα της Αλίκης Βουγιουκλάκη είχε εκδοθεί στις 31 Οκτώβρη του 1963 και η περιγραφή της έχει ως εξής:

Η ταυτότητα της Αλίκης Βουγιουκλάκη και το μεγάλο μυστικό πίσω από αυτήν

Γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1937 (εδώ ακριβώς είναι και το επίμαχο σημείο αφού η αληθινή χρονιά που γεννήθηκε η εθνική μας σταρ είναι το 1934).

Τόπος γέννησης το Μαρούσι Αττικής, και κάτοικος οδός Δημητρίου Σούτσου 7.

Ύψος 1.68 ,σχήμα προσώπου οωηδές και μάτια καστανά. Όνομα πατρός Ιωάννης και μητέρας Αιμιλία, το γένος Κουμουνδούρου .Επάγγελμα ηθοποιός και θρήσκευμα, χριστιανή ορθόδοξη.

Αυτή είναι λοιπόν η ταυτότητα της Αλίκης Βουγιουκλάκη και η ηλικία η οποία έκρυβε ΜΟΝΟ 3 χρόνια, ανάξιο λόγου.

Φίλοι της θα πουν αργότερα ότι περισσότερο την διασκέδαζε όλο αυτό που γινόταν γύρω από την ίδια και συνήθιζε να λέει γελώντας , -Άστους να τρώγονται, να μετράνε και να υπολογίζουν. Ντόρος να γίνεται.

Από κάπου θα μας βλέπει σήμερα και θα χαμογελάει…