«Είναι άδικο να...» - Η απάντηση της Ελληνικής Αστυνομίας στους ισχυρισμούς του Αλέξη Κούγια περί ξυλοδαρμού της Πισπιρίγκου

Τι υποστήριξε η εκπρόσωπος

Αρθρογράφος: Κωνσταντίνα Τσουκαλά
Κωνσταντίνα Τσουκαλά
«Είναι άδικο να...» - Η απάντηση της Ελληνικής Αστυνομίας στους ισχυρισμούς του Αλέξη Κούγια περί ξυλοδαρμού της Πισπιρίγκου

Προθεσμία για να απολογηθεί για τους θανάτους των δύο παιδιών της, Μαλένας και Ίριδας πήρε στις 16 Νοεμβρίου η Ρούλα Πισπιρίγκου. Η 33χρονη κατηγορουμένη έφτασε, το πρωί της Τρίτης 25/10 στο γραφείο της 35ης Ανακρίτριας και λίγο μετά ο ο συνήγορος υπεράσπισής της, Αλέξης Κούγιας παραχώρησε μερικές δηλώσεις, στις οποίες σημείωσε πως τόσο η Ρούλα Πισπιρίγκου, τόσο όσο και η αδελφή και η μητέρα της, του μετέφεραν πως αστυνομικοί την έδειραν πολύ άσχημα (διαβάστε τες εδώ).

Η εκπρόσωπος Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, Κωνσταντίνα Δημογλίδου έδωσε τη δική της απάντηση, μιλώντας στην εκπομπή T-live, το μεσημέρι της Τρίτης.

Η απάντηση της Ελληνικής Αστυνομία στους ισχυρισμούς του Αλέξη Κούγια περί ξυλοδαρμού της Πισπιρίγκου

«Όπως και τότε, είχε εκδοθεί μία ανακοίνωση σχετικά με το περιστατικό, οι συνάδελφοι μόλις διαπίστωσαν τα δημοσιεύματα γι’ αυτό, άμεσα την κάλεσαν για κατάθεση, απάντησε μόνη της σε αυτό κι αυτό ανήκει στο προανακριτικό υλικό. Φαντάζομαι ότι ο συνήγορός της έχει πρόσβαση στη δικογραφία.

Έχει συμπεριληφθεί στη δικογραφία και η κατάθεσή της και η ιατροδικαστική έκθεση. Κατανοούμε το δικαίωμα κάθε κατηγορούμενου να υποστηρίξει ό,τι θέλει μέχρι το τέλος, να προστατεύσει τον εαυτό του, να μην αποδεχτεί την ενοχή του, αλλά είναι άδικο για την Αστυνομία ειδικά της ΓΑΔΑ να γίνονται τέτοιες δηλώσεις, όταν υπάρχει κατάθεση της κατηγορούμενης».

Όσα αναφέρει το πόρισμα για τη δολοφονία της κόρης της Πισπιρίγκου, Τζωρτζίνας

Να σημειώσουμε, ωστόσο, πως η υπόθεση των θανάτων των άλλων δύο κοριτσιών της κατηγορουμένης, Μαλένας και Ιριδας, για τους οποίους της έχει ασκηθεί επίσης ποινική δίωξη, βρίσκεται ακόμη στο στάδιο της ανάκρισης.

Οι τρεις δικαστές (Γεώργιος Κασίμης, Χαράλαμπος Γεωργακόπουλος και Θεοδώρα Τραϊανίδου) στο βούλευμα κάνουν λόγο για ισχυρές ενδείξεις ενοχής της κατηγορουμένης, επικαλούμενοι τα στοιχεία που υπάρχουν στη δικογραφία, δηλαδή τα έγγραφα, τις ιατροδικαστικές εκθέσεις και τις μαρτυρικές καταθέσεις.

Μάλιστα, για το λόγο αυτό, αποφασίζουν την παραμονή της στη φυλακή για ακόμη 6 μήνες, παρατείνοντας την προσωρινή της κράτηση, θεωρώντας πως η κατηγορούμενη είναι ύποπτη τέλεσης νέων αδικημάτων, ακόμη και κατά προσώπων που βρίσκονται στο συγγενικό της περιβάλλον, αφού διώκεται ποινικά για το ότι δεν δίστασε να σκοτώσει το ίδιο της το παιδί.

Οσον αφορά τα κίνητρα που φέρονται να οδήγησαν την κατηγορούμενη στο αποτρόπαιο έγκλημα, οι δικαστές κρίνουν πως αυτά ανάγονται στην εμμονή της με τον εν διαστάσει σύζυγό της, Μάνο Δασκαλάκη, καθώς όλα τα περιστατικά συνέβαιναν όταν το ζευγάρι είχε κακές σχέσεις, με την Ρ. Πισπιρίγκου να φέρεται να οδηγήθηκε στο εξωφρενικό σχέδιο, να προσπαθεί να πληγώσει το σύντροφό της, θανατώνοντας τα παιδιά της…Πράξεις, οι οποίες κατά τους δικαστές αποδίδονται στην προσωπικότητά της, για την οποία καταγράφουν μία θρασύτατη αντικοινωνική και ναρκισσιστική συμπεριφορά, συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η ειδική πραγματογνώμονας που είχε οριστεί κατά την ανάκριση, για να εξετάσει την κατηγορουμένη.

Σύμφωνα με πληροφορίες, στο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών κάνουν λόγο για «δυσμενή και παθογενή χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και της ιδιοσυγκρασίας της, που αποκρυσταλλώνονται, κυρίως, σε ιδέες μεγαλείου συνδεόμενες με τη δημοσιότητα/διασημότητα, αλλά μη έχουσες έρεισμα στην πραγματικότητα, στον ενστερνισμό της αντίληψης πως μπορεί κανείς να αποκτήσει δημοσιότητα/διασημότητα μέσα από παραβατικές πράξεις, στη διαρκή διαπραγμάτευση μεταξύ αλήθειας και ψέματος, πραγματικού και μη πραγματικού, σε αποστέρηση κάθε γνησίου συναισθήματος, σε επικέντρωση (κατά προεξάρχοντα ρόλο) σκέψεων γύρω από τον ήδη εν διαστάσει σύζυγό της και υποστηρίζοντα την κατηγορία, με ενδιάθετη έκφραση κτητικότητας επ’ αυτού, στη διακατοχή της από την ιδέα/φόβο της εγκατάλειψης, στην απόδοση μεγάλης σημασίας στο να βρίσκεται κανείς στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μέσω της διασημότητας που προσφέρει η δημοσιότητα, στην αντίληψη των παιδιών της ως μιας ναρκισσιστικής προέκτασης του εαυτού της και σε προσέγγιση εξιδανίκευσης του θανάτου, καταδεικνύεται, κατά την κρίση του παρόντος Συμβουλίου, θρασύτητα, έντονη αντικοινωνικότητα, αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή, ταπεινά ελατήρια και ιδιαίτερη επικινδυνότητα της κατηγορούμενης».

Για τις συνθήκες θανάτου του παιδιού, οι δικαστές υιοθετούν πλήρως τα όσα αναφέρει ο εισαγγελέας Γ. Νούλης στην πρότασή του, περί χορήγησης κεταμίνης στις 29 Ιανουαρίου 2022, μέσα στο νοσοκομείο Παίδων που νοσηλευόταν η Τζωρτζίνα, σε χρόνο που ήταν μόνο η μητέρα του στο δωμάτιο.Ωστόσο, στα συμπεράσματα των δικαστών υπάρχει και μία σημαντική ανατροπή σε σχέση με την εισαγγελική πρόταση, αναφορικά με την απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος της Τζωρτζίνας στο Καραμανδάνειο Νοσοκομείο Πάτρας τον Απρίλιο του 2021, με τους δικαστές, αξιολογώντας τις καταθέσεις γιατρών και ειδικών, να καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι αυτή έγινε όχι με ασφυξία, αλλά και πάλι με τη χορήγηση κεταμίνης, χωρίς ωστόσο να το καταφέρει λόγω της άμεσης επέμβασης των γιατρών.

Στο σκεπτικό τους αναφέρουν, μεταξύ άλλων, πως ο αποκλεισμός της μύτης και του στόματος δεν είναι πρόσφορος τρόπος ώστε να προκληθεί ανακοπή, σημειώνοντας πως η κατηγορούμενη χορήγησε πιθανότατα την ίδια φαρμακευτική ουσία, η οποία είναι ικανή να προκαλέσει ανακοπή καρδιάς.