Βαρύ το κλίμα στην κηδεία του Γιάννη Βουράκη - Με μαύρα γυαλιά στο πρόσωπο και μαργαριτάρια στο λαιμό η Φωτεινή Πιπιλή

Αποκλειστικές φωτογραφίες

Στέλλα Μούτσιου
Youweekly Editor
NDP
NDP

Την τελευταία του πνοή άφησε πριν από λίγες ημέρες ο Γιάννης Βουράκης, κοσμηματοπώλης ο οποίος έχει καταφέρει να γίνει ξακουστό όνομα στον κόσμο των επιχειρήσεων. Συγγενείς, φίλοι και γνωστοί, λοιπόν, συγκεντρώθηκαν σήμερα, Σάββατο 9/9, στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, για να τον αποχαιρετήσουν για μία τελευταία φορά στην κηδεία του.

Ανάμεσα στα πρόσωπα στα οποία παρευρέθηκαν είναι και η Φωτεινή Πιπιλή, η οποία κατέφθασε φορώντας μαύρο παντελόνι και εντυπωσιακό ασπρόμαυρο σακάκι, με κρεμ πέδιλα και τσάντα, μαργαριτάρια στο λαιμό και μαύρα γυαλιά στο πρόσωπο.

Από εκεί δεν θα μπορούσε να λείπει και ο Κώστας Καίσαρης, συνοδευόμενος από τον Βασίλη Καίσαρη, γνωστός σε όλους ως ο "άρχοντας των κοσμημάτων".

Εχθές, Παρασκευή 8/9 πραγματοποιήθηκε και η κηδεία του 36χρονου Αντώνη Καρυώτη στην Κρήτη (δείτε εδώ γιατί έσπευσε ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στην εκκλησία).

Φωτογραφίες από την κηδεία του Γιάννη Βουράκη

Κηδεία Γιάννη Βουράκη

Κηδεία Γιάννη Βουράκη Φωτεινή Πιπιλή

Κηδεία Γιάννη Βουράκη Καίσαρης

Η οικογένεια, η χλιδή, τα χρέη και ο φονικός σεισμός

Μπορεί ένας ολόκληρος κόσμος να χωρίζει την Ελλάδα από την Αϊτή, αλλά η φτωχότερη χώρα του δυτικού ημισφαιρίου αγαπάει τους Έλληνες, καθώς ήταν η πρώτη που μας αναγνώρισε ως ανεξάρτητους το 1822. Ιδιαίτερα αγαπάει τους πονεμένους και «εγκαταλελειμμένους» όπως τον χρυσό κοσμηματοπώλη Γιάννη Βουράκη, που οι κακές συγκυρίες και τα παιχνίδια της μοίρας, τον οδήγησαν να βρει καταφύγιο και να ζήσει ελεύθερος χωρίς να φοβάται για τη ζωή του, για 14 ολόκληρα χρόνια στο Πορτ-O-Πρενς.

Πριν 13 χρόνια ο φονικός σεισμός των 7 ρίχτερ ισοπέδωσε τα πάντα, μαζί με τις ελπίδες και όνειρα της οικογένειας του Γιάννη Βουράκη, που χάθηκαν για άλλη μια φορά, αυτή τη φορά στη σκόνη και τον όλεθρο του φονικού σεισμού της Αϊτής.

Το σίγουρο είναι ότι η Αϊτή που φημίζεται για τις προλήψεις, τις τελετές βουντού και την κακοδαιμονία της, δεν έφερε τύχη στη ζωή του επιχειρηματία Γιάννη Βουράκη, γόνου μιας από τις παλαιότερες και ιστορικότερες οικογένειες των Αθηνών. Οι πληροφορίες σε ότι είχε να κάνει με τον ίδιο και την πανέμορφη σύζυγό του Ζενεβιέβ που κατάγεται από την Αϊτή, είναι ότι και οι δύο γλίτωσαν, σύμφωνα με τα όσα διέρρευσαν τότε από το στενό περιβάλλον του κοσμηματοπώλη.

Για δεύτερη φορά μετά το «κανόνι» του 1996, όταν ο Γιάννης Βουράκης εξαφανίστηκε από την Αθήνα μαζί με την γοητευτική Αϊτινή σύζυγό του αφήνοντας πίσω του φέσια εκατοντάδων εκατομμυρίων δραχμών, η μοίρα στάθηκε σκληρή απέναντι σε έναν άνθρωπο που ήταν καλό παιδί αλλά αποδείχθηκε κάκιστος επιχειρηματίας.

13 χρόνια μετά τον σεισμό ελάχιστοι γνώριζαν αν εξακολουθεί να είναι στο μαρτυρικό νησί, ή αν κατάφερε να φύγει μαζί με την σύζυγό του, μετά την καταστροφή. Όπως είχε γραφτεί το πιθανότερο είναι να βρέθηκε εκεί έως το τέλος της ζωής του, με άλλο όνομα φυσικά από το πραγματικό του, αφού τον Μάρτιο του 1996 έριξε «κανόνι» στην αγορά. Αφήνοντας πίσω του τεράστια χρέη, έφυγε νύχτα για να μην μπει φυλακή και ήρθε αντιμέτωπος με την επόμενη μέρα μετά την δεύτερη καταστροφή στην ζωή του.

Ο πρωτότοκος γιός του Χρήστου Βουράκη και της Μαρίας Κολυμπάδη, που ο παππούς του Ιωάννης Α. Βουράκης δημιούργησε το 1926 τον ξακουστό οίκο κοσμημάτων «Βουράκη» στην οδό Βουκουρεστίου, μεγάλωσε με όνειρα και φιλοδοξίες να είναι ο συνεχιστής της δυναστείας.

Bon viveur και πολίτης του κόσμου όταν αποφάσισε να διερευνήσει τις δυνατότητες εξαγωγής κοσμημάτων του οίκου Βουράκη, θα πεταχτεί για λίγο, συνδυάζοντας δουλειά και διακοπές στο εξωτικό νησί της Καραϊβικής την Αϊτή. Ένα ταξίδι που θα αποβεί καθοριστικό στη ζωή του, καθώς εκεί θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί κεραυνοβόλα την μελαχρινή καλλονή με την εξωτική ομορφιά και τα πανέμορφα μάτια Geneviene Balthasar, κόρη εύπορου εμπόρου. Το ερωτευμένο ζευγάρι σύντομα θα ενωθεί με τα δεσμά του γάμου και η καλλονή Geneviene, θα είναι το νέο μέλος της δυναστείας Βουράκη, με το όνομα Τζένη Βουράκη. Μια γυναίκα με έντονη προσωπικότητα και ικανότητες που όσοι τη γνώρισαν μιλούν για την επιρροή που διέθετε, στο σύζυγό της, ο οποίος την συμβουλευόταν σε κάθε του επιχειρηματική κίνηση.

Η οικογένεια Βουράκη φημολογείται ότι ποτέ δεν συμπάθησε στην πραγματικότητα την ωραία Τζένη, και της «χρέωναν» μάλιστα την απόφαση του Γιάννη Βουράκη, να εγκαταλείψουν τον εφιαλτικό Μάρτιο του 1996, την Αθήνα, «φεύγοντας ως κυνηγημένοι» για την μακρινή Αϊτή, την πατρίδα όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, «στραπατσάροντας» το προφίλ, το κύρος και το όνομα της οικογένειας τους με το σκάνδαλο που ξέσπασε.

Η κυρία Τζένη Βουράκη όμως δεν καταλάβαινε από τέτοια! Ήθελε να ζήσει ελεύθερη, να δημιουργήσει και να επιστρέψει, δυνατή. Όλα αυτά τα χρόνια και ενώ το σκάνδαλο είχε ξεχαστεί, οι περισσότεροι τοκογλύφοι και δανειστές είχαν εξοφληθεί, το ζεύγος Γιάννη και Τζένης Βουράκη-φανερά τουλάχιστον-δεν επέστρεψε ποτέ στην Αθήνα. Φημολογείται ότι συχνά ταξίδευε στην Ν. Υόρκη και το Μαϊάμι, για business κυρίως όσο αφορά το εμπόριο πολύτιμων λίθων, έχοντας όμως ως μόνιμη κατοικία του, το Πορτ – ο – Πρενς. Ο καταστροφικός σεισμός των επτά ρίχτερ αναποδογύρισε ξανά την ζωή του Γιάννη και της Τζένης Βουράκη.

Τον Μάρτιο του 1996, το κανόνι του γνωστού και πολύ αγαπητού στους κοσμικούς κύκλους μπιζουτιέ Γιάννη Βουράκη σκάει βόμβα στην Αθήνα, αν και όσοι γνώριζαν πρόσωπα και πράγματα στην αγορά το περίμεναν. Αυτό που δεν περίμεναν και δεν υποπτεύονταν με τίποτα ήταν η φυγή του κοσμηματοπώλη με το ιστορικό και prestige όνομα στο εξωτερικό. Ήταν ένα «χρυσό» κανόνι που συζητήθηκε για χρόνια, φουλ σε ακάλυπτες επιταγές, δάνεια, τοκογλύφους, διαμάντια, διαδόσεις και φήμες. Το μόνο σίγουρο ήταν ότι η βίλα που νοίκιαζε ο Γιάννης Βουράκης με τη σύζυγό του Τζένη στην Εκάλη ήταν άδεια, καθώς όλα τα έπιπλα είχαν κατασχεθεί, όπως και το πολυτελέστατο κατάστημα «Selection Βουράκης» της οδού Βουκουρεστίου 11, που είχε εγκαινιαστεί στις αρχές των ’90s με δόξες και τιμές παρουσία σύσσωμης της αθηναϊκής high society.

Η σαμπάνια έρεε άφθονη την βραδιά των εγκαινίων και όλα τα φλας άστραφταν πάνω στο ευτυχισμένο ζεύγος Γιάννη και Τζένης Βουράκη που ήδη αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, όπως αποδείχθηκε αλλά κανείς δεν τα γνώριζε και ούτε και τα φανταζόταν! Λέγεται ότι μόνο για αέρα της luxurious boutique “Selection Vourakis” είχαν δοθεί πάνω από εβδομήντα εκατομμύρια δραχμές, το ενοίκιο άγγιζε τα δύο εκατομμύρια το μήνα, ενώ το decoration της minimal boutique στα πρότυπα του εξωτερικού που «φιλοξενούσε» μεταξύ άλλων μοναδικά κομμάτια του οίκου “Tiffany & co” κόστισε στην οικογένεια Βουράκη, το αστρονομικό ποσό των εκατόν πενήντα εκατομμυρίων δραχμών.

Ένα οικονομικό εγχείρημα που έμελλε να είναι , η αρχή του τέλους για τον Γιάννη Βουράκη, αλλά όχι και για τα υπόλοιπα μέλη της δυναστείας που προέβλεψαν την καταστροφή, αποχώρησαν πολύ γρήγορα από την επιχείρηση, και διέπρεψαν.

Ο λόγος για τον ξάδερφό του Αντώνη Βουράκη που αρχικά κατείχε το 40% της “Selection Vourakis” και το πούλησε κρατώντας μόνος του το ιστορικό κατάστημα της Βουκουρεστίου.. Όσο για την ικανότατη businesswoman και αδερφή του Γιάννη Βουράκη, Λιάνα Βουράκη, πήρε το μερίδιο της σε ρευστό και αποχώρησε από τις οικογενειακές επιχειρήσεις Βουράκη, στήνοντας στην πορεία δικές της, και πάρα πολύ επιτυχημένες.

Τότε, πλέον και αβοήθητος, ο Γιάννης Βουράκης με τη σύζυγό του Τζένη πάντα στο πλευρό του, προσπαθεί να σώσει την κατάσταση στο «Selection Vourakis», πουλώντας αρχικά τον αέρα του καταστήματος που διαθέτει στην οδό Σταδίου στον οίκο Ζολώτα, πετυχαίνοντας για ένα διάστημα να ξεπληρώσει μέρος των τεράστιων δανείων του. Αλλά δυστυχώς η τύχη δεν είναι με το μέρος του.

Ξαναρχίζει να δανείζεται από παντού αλλά οι τοκογλύφοι δεν αστειεύονται. Για ενέχυρο παίρνουν κοσμήματα και ο Γιάννης Βουράκης έχει χάσει εντελώς τον έλεγχο, δανειζόμενος σύμφωνα με τις φήμες της εποχής, ακόμα και από τους υπαλλήλους του! Τελευταία του σκέψη πριν την φυγή είναι να πουλήσει την επιχείρηση του, αλλά κανείς δεν την αγοράζει. Οι δανειστές του τον απειλούν και φοβάται για τη ζωή του. Η αγαπημένη του σύζυγος βρίσκει την έσχατη λύση.

Τα μαζεύουν και φεύγουν για την Αϊτή αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο που κανείς δεν ξέρει αν ήρθε τελικά.

Πηγή: Πρώτο Θέμα