«Έμπαινα στον οικογενειακό τάφο, τον κλείδωνα και έμενα εκεί μέσα μαζί της! Έπιασα πάτο» - Τσακίζει κόκκαλα η Άννα Φόνσου

«Πέφτω λιπόθυμη... Με έβαλαν στην εντατική. Από εκεί και μετά δεν ήθελα τίποτα...»

Στέλλα Μούτσιου
Youweekly Editor
«Έμπαινα στον οικογενειακό τάφο, τον κλείδωνα και έμενα εκεί μέσα μαζί της! Έπιασα πάτο» - Τσακίζει κόκκαλα η Άννα Φόνσου

Η Άννα Φόνσου παραχώρησε μία συνέντευξη εφ' όλης της ύλης στην εκπομπή της ΕΡΤ, Στούντιο 4, το απόγευμα της Δευτέρας 27/11. Η ηθοποιός μίλησε για την έξωση από το σπίτι της στο Κολωνάκι και την απόφασή της να μείνει στο Σπίτι του Ηθοποιού, ενώ δεν δίστασε να αποκαλύψει και την πρόταση γάμου που έκανε στον έρωτα της ζωής της (δείτε εδώ αναλυτικά).

Μίλησε, όμως, και για τον θάνατο της αδερφής της, ο οποίος την στιγμάτισε. Εξήγησε πως για μισό χρόνο πήγαινε καθημερινά στον τάφο της και της μιλούσε, με την οικογένειά της να την απειλεί για να μπορέσει να το σταματήσει και να επιστρέψει στην κανονική της ζωή.

Η συγκινητική εξομολόγηση της Άννας Φόνσου για τον θάνατο της αδερφής της

«Όταν έχασα την αδελφή μου, έπιασα πάτο. Ένιωσα ότι ως εδώ ήταν να ζήσω, δεν έπρεπε να ζήσω ούτε μία μέρα παραπάνω. Είχα πάει το βράδυ, την έντυσα, την έβαψα και μιλούσα στο τηλέφωνο με τον Αλέκο Φασιανό πώς θα γίνουν τα χρώματα στο Σπίτι του Ηθοποιού. Μετά πήγα σπίτι μου, μια χαρά. Την άλλη μέρα πήγα και αγόραζα ταγεράκια. Με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν "έλα στην εκκλησία, πρέπει να ξεκινήσει το μυστήριο|. Τους έλεγα "δεν πειράζει, δεν θα γίνει η κηδεία". Με παίρνει ο γιατρός και μου λέει "Είσαι με τα καλά σου; Περιμένουν να έρθεις για να γίνει το μυστήριο της αδερφής σου". Του λέω "δεν θα έρθω". Δεν ήθελα να πάω. Ήρθε και με πήρε με το αμάξι και πήγα. Ως εκεί καλά.

Είχα πει να μοιράσουν ουίσκι και κάτι γλυκά που άρεσαν στην αδελφή μου, έβαλα και μουσικές που της άρεσαν. Το βράδυ γύρισα σπίτι, τους λέω "όλα έγιναν πολύ καλά" και πέφτω λιπόθυμη. Με έβαλαν στην εντατική. Από εκεί και μετά δεν ήθελα τίποτα, με ζητούσαν για δουλειές και τους έκλεινα το τηλέφωνο.

Είχα πληρώσει κάτι για να πηγαίνω κάθε μέρα στον τάφο της, της πήγαινα μπλούζες και τέτοια, είχα τρελαθεί. Ήταν το 2006. Ήταν άρρωστη, για 6 μήνες περίπου, είχε καρκίνο. Δεν σκεφτόμουν το κακό, προσπαθούσαν να μου το βάλουν το μυαλό, αλλά δεν το συζητούσα επειδή ήταν όρθια. Είχαμε πάει Αμερική, Λονδίνο αλλά δεν έγινε τίποτα, χωρίς να έχει καπνίσει ποτέ... Μια φορά μου λέει η κόρη μου, που είναι η κόρη της αδελφής μου που την έχω υιοθετήσει "αν δεν σταματήσεις να πηγαίνεις στο νεκροταφείο, αλλιώς δεν θέλω να σε ξαναδώ. Αυτή με ταρακούνησε. Έμενα στο νεκροταφείο όλο το βράδυ, είχαμε ένα σπιτάκι, οικογενειακό τάφο και το κλείδωνα και έμενα εκεί μέσα μαζί της. Είχα βάλει μια καρέκλα μέσα εκεί και της μίλαγα όλη τη νύχτα... Για πέντε μήνες».