Η Βούλα Πατουλίδου, περίπου μια εβδομάδα από τότε που έφυγε από τη ζωή ο σύζυγός της, Δημήτρης Ζαρζαβατσίδης, σε ηλικία 69 ετών μετά από τη μάχη που έδινε με τον καρκίνο, μίλησε στα parapolitika και την Σάσα Σταμάτη και παραχώρησε την πρώτη της συνέντευξη.
Η πρώην αθλήτρια και Ολυμπιονίκης, μίλησε φανερά καταβεβλημένη στην δημοσιογράφο για τον χαμό του αγαπημένου της, ενώ, μεταξύ άλλων, αποκάλυψε και την πραγματική αιτία του θανάτου του. Η Βούλα Πατουλίδου περιέγραψε συγκινημένη τις τελευταίες ώρες του άντρα της με τα λόγια της να συγκλονίζουν – δείτε εδώ φωτογραφίες από την κηδεία του.
Τι αποκάλυψε η Βούλα Πατουλίδου για το θάνατο του συζύγου της
«Αυτός που έχεις ζήσει στιγμές που δεν μπορείς να τις μοιραστείς με κανέναν άλλον παρά μόνο με αυτόν που τις δημιούργησε, εγώ με τον Τζιμάκο μου. Και τα των Ολυμπιακών Αγώνων αλλά και αυτό το διαμαντάκι που λέγεται γιος μας. Ε, γυρίζεις και ψάχνεις και λες αυτές τις μέρες πού είσαι; Πού είσαι; Πού κρύφτηκες; Πού είσαι: Αλλά δεν απαντάει.
Εντελώς ξαφνικό δεν ήταν για εμάς και όσοι ήταν πιο κοντά γιατί τρεις παρατάσεις μας έδωσε ο Θεούλης. Μια ήταν το 2007, 25 Γενάρη του Αγίου Γρηγορίου που έφυγε η καρδούλα μας ξαναγυρίσαμε, να είναι καλά οι γιατροί. Μια ήταν πριν από τρία χρόνια και μια ήταν τώρα που αντιμετωπίζαμε άυτά των δικαστικών αγώνων που είχα εγώ με την περιφέρεια και έλεγα “α τι δύσκολο τι δύσκολο”. 18 Μαρτίου απαλλάχτηκα από όλα. 21 Μαρτίου εκεί που λέγαμε θα κάνουμε γλέντι, 21 Μαρτίου έγινε η διάγνωση καρκίνου στο πάγκρεας. Δύσκολο. Οι γιατροί εξαιρετικοί, όποιος μιλήσει για τους γιατρούς μας πρέπει να του παίρνουμε το σκάλη. Οι γιατροί και όχι επειδή είμαι η Πατουλίδου.
Έφυγε μέσα στην αγκαλιά μου
Κερδίσαμε, κερδίσαμε, κερδίσαμε, μαζέψαμε, συρρικνώσαμε μεταστάσεις, αλλά τελικά ίσως μαθαίνουμε ετεροχρονισμένα ότι η χημειοθεραπεία είχε γίνει μια ατομική βόμβα μέσα σου, που ναι μεν σε γιατρεύει, αλλά χτυπά και έχεις πιο ευάλωτο. Κι εμείς είχαμε ευάλωτη την καρδούλα μας. Ξέρεις τι είναι να προσπαθείς να κρατήσεις το νερό σφίγγοντας τα δάχτυλα σου; Έτσι έφυγε ο Δημήτρης.
Εκείνο το πρωί ήρθε μια ολόκληρη εντατική με εξαιρετικούς ανθρώπους, γιατρούς, νοσηλευτές, ΕΚΑΒήτες όλοι. Αλλά μας πρόδωσε η καρδούλα μας. Και ο απινιδωτής έδωσε και όλα καλά αλλά δεν μπορούσε πια η καρδούλα να δουλέψει. Κουράστηκε. Ήταν η τρίτη, τέταρτη φορά. Έφυγε μέσα στην αγκαλιά μου, πριν ακόμα προλάβουν να του κάνουν ΚΑΡΠΑ και το πάλεψε, μια ώρα χτυπούσαν, έκαναν. Δεν επανήλθε ποτέ.
Αυτός δεν ήταν άντρας μου, αυτός ήταν ο φίλος μου, ο συνοδοιπόρος μου, ο προπονητής μου, ο πατέρας μου, ο αγαπημένος μου, σύντροφος ζωής, ο πατέρας του παιδιού μου. Ο άνθρωπος που μαλώναμε και αγαπιόμασταν ταυτόχρονα. Ο άνθρωπος που έκανε κάτι πάρα πολύ βασικό στη ζωή μου: Μου έμαθε να γελάω. Εγώ ήμουν ένα αγριοκάτσικο, ένα αγρίμι, και όχι απλά με ημέρεψε και με ηρέμησε, αλλά μου έμαθε να γελάω. Δύσκολο.

Δε ζήλεψε ποτέ. Δε φθόνησε ποτέ. Αν και ο ίδιος ήταν πολύ μεγάλος αθλητής, αδικημένος για όσους δεν ξέρουν και ας μη σχολιάσει κανείς τίποτα γιατί όταν δεν ξέρεις εύκολα κρίνουμε και κατακρίνουμε. Τελικά ο Θεούλης την πολύ μεγάλη αδικία που του έγινε του την έδωσε πίσω μέσω εμού. Πιστεύω τουλάχιστον ότι οι τελευταίοι τετράμιση πέντε μήνες ήταν το θαύμα που ζήσαμε, γιατί την πρώτη στιγμή ήταν πάρα πολύ δύσκολα τα πράγματα.
Και εγώ και ο γιος μας, και αυτός, προλάβαμε να του μιλήσουμε. Είχαμε αυτό το… την πολυτέλεια του χρόνου, που δεν ξέραμε αν θα είναι πέντε μήνες, έξι μήνες, ένας χρόνος, μια μέρα; Αλλά κάθε μέρα λέγαμε αυτά που ίσως δεν είχαμε τίποτε. Δεν ξέρω πως θα συνεχίσω την ζωή μου, είναι δύσκολο, ήταν ένας πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος και πολύ πολύ χαμηλών τόνων. Εγώ φαντάσου με εκείνον 41 χρόνια μεγάλωσα και διάβαζα το βιογραφικό του και έλεγε “ω ρε μάνα μου το είχα ξεχάσει”. Όταν λοιπόν έχεις ζήσει με έναν τέτοιον άνθρωπο… Γκρίνιαζε τις τελευταίες ημέρες έλεγε “Είσαι εδώ, αλλά δεν είσαι εδώ, είσαι στον κήπο, είσαι δεν ξέρω τι. Που πηγαίνεις;”.
Το μνημείο του άντρα μου είναι δίπλα στα τέσσερα παιδιά από τα Τέμπη
Γιατί είχα επωμιστεί τα πάντα και του έλεγα “μην γκρινιάζεις”. Κάθε φορά που ξεκινούσε να πει κάτι, γύρισε ξανά το ίδιο, “μην γκρινιάζεις” και είχε γίνει το αστείο των τριών μας. Θέλω να πω αυτό το “μη γκρινιάζεις” αλλά που… Δεν… μου λείπει, φωνάζει, βρυχάζει η απουσία. Γκαρίζει η απουσία. Πονάει. Και ειδικά τώρα τα βράδια είναι εφιάλτης. Όλες οι μνήμες έρχονται έξω. Δύσκολα. Δεν ξέρω αν το διαχειρίζομαι. Προχθές πήγαμε να κάνουμε τα τριήμερα και δυστυχώς ή ευτυχώς το μνήμα του είναι δίπλα στα τέσσερα παιδιά από τα Τέμπη. Ήταν και μία μητέρα εκεί και όταν την αντίκρισα κατέβασε το κεφάλι και δεν ήξερα τι να της πω. Και επειδή υπάρχουν πολλοί… τα τελευταία χρόνια έχουμε χάσει όλοι ανθρώπους αγαπημένους, είναι ακόμη πιο δύσκολο. Δεν ξέρω. Η πειθαρχία του αθλητισμού ίσως βοηθάει να πονάω σιωπηλά» είπε η Βούλα Πατουλίδου, συντετριμμένη για το θάνατο του συζύγου της.