Θρήνος: Πέθανε ο Takis!

Άφησε το δικό του στίγμα!

Θρήνος: Πέθανε ο Takis!

Πέθανε ο γλύπτης Takis, μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας εικαστικής σκηνής.

Πρωτοπόρος της κινητικής τέχνης, καθήλωσε με τους μαγνήτες το παγκόσμιο κοινό και έβαλε τον ηλεκτρομαγνητισμό στις αίθουσες τέχνης.

Πέθανε ο Takis

Πένθος στις Ένοπλες Δυνάμεις! Νεκρή 39χρονη Λοχίας!

Tην είδηση του θανάτου του ανακοίνωσε το Ίδρυμα Τάκις, το οποίο αναφέρει:

«Με βαθιά θλίψη το Ίδρυμα Τάκις ανακοινώνει την απώλεια του διεθνούς γλύπτη Παναγιώτη Βασιλάκη, γνωστό ως Takis. Ενας αληθινός πρωτοπόρος, επαναστάτης και θρύλος. Θα μείνει για πάντα αλησμόνητος. Ενα παραγωγικό και δημιουργικό μυαλό, του οποίου η εφευρετικότητα, το πάθος και η φαντασία ήταν αστείρευτα, ο Τάκις διερεύνησε πολλούς καλλιτεχνικούς και επιστημονικούς ορίζοντες, όπως μεταξύ άλλων τη μουσική και το θέατρο, και επαναπροσδιόρισε τα όρια στην σύγχρονη τέχνη. Χάρη στην πολυδιάστατη δημιουργική ιδιοφυΐα του, τη γενναιοδωρία του και την εξαιρετική του διαίσθηση, ο Τάκις ήταν μπροστά από την εποχή του, γεγονός που συνέβαλε στη διεθνή του επιτυχία. Σήμερα, χάσαμε όλοι ένα εξαιρετικό πνεύμα. Το Ίδρυμα Τάκις εκφράζει στα μέλη της οικογένειά του, στους συγγενείς και τους φίλους του τα βαθύτατα συλλυπητήριά του. Ο μεγαλύτερος φόρος τιμής που μπορούμε να αποτίσουμε σήμερα είναι να συνεχίσουμε να ακολουθούμε το οραματιστικό του μονοπάτι, όπου -παραθέτοντας τα λόγια του Τάκι- «όλα είναι μυαλό και κίνηση», έτσι ώστε να διαιωνιστεί η μοναδική του κληρονομιά. Σας ευχαριστούμε που σέβεστε την ιδιωτικότητα που απαιτείται σε μια τέτοια στιγμή».

Γεννήθηκε στις 25 Οκτωβρίου του 1925 στην Αθήνα. Ήταν το έκτο παιδί μίας οικογένειας με εφτά παιδιά. Αν και οι γονείς του υπήρξαν ευκατάστατοι με την καταστροφή της Σμύρνης, ο πατέρας του, ο οποίος ήταν κτηματίας, έπεσε έξω με αποτέλεσμα η οικογένεια να δοκιμαστεί σκληρά από τη φτώχεια. Τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια συμπίπτουν με τη δικτατορία του Μεταξά και τη Γερμανική κατοχή, κατά τη διάρκεια της οποίας υπήρξε ηγετικό στέλεχος της ΕΠΟΝ, γεγονός που είχε ως συνέπεια την καταδίκη του σε εξάμηνη φυλάκιση

Θρήνος! Πέθανε η Τόνι Μόρισον!

Θρήνος έχει ξεσπάσει, μετά την είδηση ότι πέθανε η Τόνι Μόρισον!

Σε ηλικία 88 ετών, η διάσημη και πολυδιαβασμένη Αμερικανή συγγραφέας άφησε την τελευταία της πνοή στο Ιατρικό Κέντρο Μοντεφιόρε της Νέας Υόρκης.

Η Τόνι Μόρισον ήταν βραβευμένη με τα βραβεία Πούλιτζερ το 1988 για το αριστούργημά της «Η αγαπημένη» (Beloved) και το Νόμπελ το 1993.

Η Μόρισον ήταν η πρώτη Αφροαμερικανή συγγραφέας που κέρδισε το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Πένθος! Έφυγε από τη ζωή γνωστός σκηνοθέτης!

Στις 29 Μαΐου 2012, ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα τίμησε την Μόρισον με το Προεδρικό Μετάλλιο Ελευθερίας.

Την θλιβερή είδηση ανακοίνωσε ο εκδότης της Alfred A. Knopf, στα social media.

Θρήνος! Πέθανε η Τόνι Μόρισον!

«Πεθαίνουμε. Αυτό μπορεί να είναι και το νόημα της ζωής. Αλλά μιλάμε κιόλας. Αυτό μπορεί ναι είναι και το μέτρο της ζωής μας», είναι το μήνυμα που επέλεξε ο Alfred Knopf να συνοδέψει την είδηση του θανάτου της συγγραφέως.

«Η Τόνι Μόρισον απεβίωσε ειρηνικά την περασμένη νύxτα, έχοντας γύρω της την οικογένειά της και τους φίλους της», διευκρινίζεται στην ανακοίνωση των οικείων της.

Απόγονος οικογένειας σκλάβων, η διαπρεπής ακαδημαϊκός έγραψε 11 μυθιστορήματα σε μια περίοδο 6 δεκαετιών, όπως επίσης δοκίμια, παιδικά βιβλία, δύο θεατρικά έργα και ένα λιμπρέτο. Εργάστηκε, επίσης, ως κριτικός λογοτεχνίας και εκδότρια.

Η Τόνι Μόρισον εξερεύνησε κάθε ιστορία των Αφροαμερικανών, από τα χρόνια της σκλαβιάς έως τη χειραφέτησή τους στους κόλπους της σύγχρονης αμερικανικής κοινωνίας.

«Η αφήγησή της και η συναρπαστική γραφή της άφησαν ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα στην κουλτούρα μας» σημείωσε ο Σόνι Μέτα, ο πρόεδρος του εκδοτικού οίκου Knopf, που εδρεύει στη Νέα Υόρκη και ανήκει στον όμιλο Random House.

Θρήνος! Πέθανε η Τόνι Μόρισον!

Συγγραφέας, μεταξύ άλλων, των μυθιστορημάτων The Bluest Eye (1970), Sula (1973) και Song of Solomon (1977), η Τόνι Μόρισον διεύρυνε τη διεθνή φήμη της με το Beloved (1987, βραβείο Πούλιτζερ 1988), που μυεί τον αναγνώστη στον κόσμο των Αφροαμερικανών του 19ου αιώνα.

Τιμηθείσα με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1993, η Μόρισον ήταν επίσης «μια απίστευτα αφοσιωμένη μητέρα, γιαγιά και θεία, που λάτρευε να κάθεται παρέα με την οικογένειά της και τους φίλους της» τονίζεται στην ανακοίνωση της οικογένειά της.

Θρήνος στην showbiz! Πέθανε ο Αλμπέρτο Σιρόνι!

Θρήνος έχει ξεσπάσει στην showbiz, μετά την είδηση ότι πέθανε ο Αλμπέρτο Σιρόνι!

Μετά τον Αντρέα Καμιλέρι, που έφυγε από τη ζωή στις 17 Ιουλόυ, ο πιο αγαπητός αστυνομικός στην Ιταλία και όχι μόνον, ο «επιθεωρητής Μονταλμπάνο» έχασε και τον δεύτερο, τον τηλεοπικό πατέρα του. Ο σκηνοθέτης Αλμπέρτο Σιρόνι πέθανε σε ηλικία 79 ετών, αφού είπε αντίο και στην τηλεοπτική σειρά, καθώς από καιρό ήταν βαριά άρρωστος.

Γεννημένος στη Λομβαρδία, στο Μπούστο Αρζίτσιο του Βαρέζε, ο Σιρόνι δεν έκρυβε τη γοητεία που του ασκούσαν τα χρώματα και το φως της Σικελίας, αλλά και τη γοητεία που ασκεί το μπαρόκ σκηνικό που εκτείνεται από τις Συρακούσες έως τη Μόντικα, τη Ραγκούζα, το Σίκλι, τον Νότο και κυρίως τη Ντοναλουκάτα -τη λογοτεχνική και τηλεοπτική Βιγκάτα- που τα τελευταία χρόνια αποτελούσε τον χώρο όπου ζούσε και δρούσε ο ήρωας της σειράς Σάλβο Μονταλμπάνο.


Ο πρωταγωνιστής Λούκα Τζινγκαρέτι, που είχε συμφωνηθεί να αναλάβει τη σκηνοθεσία της σειράς μετά την αποχώρηση του Σιρόνι - οποίος έκανε το τελευταίο γύρισμά του στις 26 Ιουλίου- αποχαιρέτισε τον Σιρόνι με ένα μακρύ και συγκινητικό μήνυμα στο Twitter.

Ο Τζινγκαρέτι ήταν προσωπική επιλογή του Σιρόνι για τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Όπως δήλωνε ο ίδιος, είχε να επιλέξει μεταξύ τριών ηθοποιών: «Ο πρώτος δεν μπορούσε να έρθει γιατί είχε καυγαδίσει με τη σύζυγό του και είχε μαυρισμένο μάτι, ο δεύτερος δεν είχε κάνει καλό δοκιμαστικό και ο Λούκα ήταν εξαίσιος στο δικό του. Η επιλογή να βάλουμε έναν συμπαθητικό αστυνομικό προέρχεται από τις αμερικανικές σειρές, καθώς σε εμάς έως τα τέλη του '80 οι αστυνομικοί απεικονίζονταν ως φασίστες με το γκλομπ στο χέρι. Εγώ εστίασα στην ιδιωτική προσωπικότητα του επιθεωρητή».


Αλλά τι έλεγε κι ο ίδιος ο Καμιλέρι; «Γνώριζε τον Λούκα γιατί ήταν μαθητής του στην Ακαδημία Σίλβιο Ντ' Αμίκο, όταν όμως του μίλησα για την επιλογή μου είχε αντιρρήσεις. "Εγώ τον είχα φαντασθεί διαφορετικό, άλλο πράμα έγραψα"», τόνιζε ο Σιρόνι. Ο διαλεκτός συγγραφέας από το Πόρτο Εμπέντοκλε είχε σμιλέψει τον πρωταγωνιστή του στο πρότυπο του επιθεωρητή «ντοτόρ Ινγκραβάλο» από το εμβληματικό μυθιστόρημα «Εκείνο το παλιομπέρδεμα της Οδού Μερουλάνα» του Κάρλο Εμίλιο Γκάντα: Με κοιλίτσα, γέρο, αργό στις κινήσεις του και κυρίως μία μεσογειακή φιγούρα με μπούκλες. Κυρίως όχι καραφλό. «Όταν όμως είδε το πρώτο επεισόδιο, πείστηκε: «"Μου άρεσαν έως και οι κομπάρσες"», μου είπε», θυμόταν ο Σιρόνι.

Ο Σιρόνι ξεκίνησε από το θέατρο. Φοίτησε στην Σχολή του Πίκολο Τεάτρο, των Τζόρτζο Στρέλερ και του Πάολο Γκράσι, στο Μιλάνο. Όμως, η συνάντησή του με τα πλατό της RAI άλλαξε τα πάντα. Για λογαριασμό της κρατικής τηλεόρασης σκηνοθέτησε έρευνες στο εξωτερικό και στην Ιταλία, έκανε μέχρι και τηλεοπτικά σποτ. Από εκείνη τη στιγμή, η ζωή του άλλαξε κατεύθυνση. Το 1978 σκηνοθετεί τα επεισόδια της σειράς που άντλησαν έμπνευση από τα διηγήματα «Ο Εκατοέγκλημας» (Il Centodelitti) του Τζόρτζο Σερμπανένκο, ενώ το 1987-1990 έγραψε το σενάριο και σκηνοθέτησε τα πρώτα επεισόδια της σειράς Eurocop. Ακολούθησαν άλλες δουλειές και σκηνοθεσίες σε τηλεπαιχνίδια, ενώ έγραψε και σκηνοθέτησε και ραδιοφωνικές σειρές.

Το 1999 ξεκινάει τον Μονταλμπάνο, τη σειρά που θα αποθεώσει την σκηνοθετική καριέρα του, όχι μόνο σε τηλεοπτικά νούμερα, αλλά κυρίως σε συναισθηματική αποδοχή από το κοινό. Ολόκληρη η Ιταλία θα παραμένει καρφωμένη στους δέκτες τις ημέρες της προβολής της για να παρακολουθήσει, παθιασμένα και πιστά, τις περιπέτειες του επιθεωρητή, που τουλάχιστον στο μυαλό του δημιουργού του είχε άλλη όψη. «Έχει μία σειρά από αρετές και μειονεκτήματα που είναι τυπικά όλων των Ιταλών», δήλωνε ο Σιρόνι. «Είναι ένας αναρχικός ατομιστής. Κάνει ό,τι θέλει εκείνος, του αρέσει να τρώει καλά, και τον έλκουν οι ωραίες γυναίκες», συμπλήρωνε.

Η κηδεία του Σιρόνι θα γίνει στον τόπο όπου άφησε την τελευταία του πνοή , την Ασίζη, εκεί όπου είχε επιλέξει να ζει με τη σύζυγό του, Λουτσία Φιούμι, την οποία παντρεύτηκε το 2016.