Τέμπη: «Θυμάμαι ότι δάγκωνα γυαλιά, το αίμα έτρεχε ποτάμι...» - Ανατριχίλα με την περιγραφή 25χρονης από το 3ο βαγόνι της τραγωδίας

«Μία γυναίκα φώναζε "το μωρό μου, το μωρό μου"»

Στέλλα Μούτσιου
Youweekly Editor
ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ / ΜΟΤΙΟΝ ΤΕΑΜ / EUROKINISSI
ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ / ΜΟΤΙΟΝ ΤΕΑΜ / EUROKINISSI

Η τραγωδία στα Τέμπη είναι ένα συμβάν που θα συζητιέται για πολύ καιρό, καθώς οι νεκροί είναι 57 και πολλοί ακόμα βρίσκονται τραυματισμένοι στα νοσοκομεία, ενώ τα τραύματά τους δεν είναι μόνο σωματικά, αλλά και ψυχικά εξαιτίας των εικόνων που έπρεπε να αντικρίσουν μέσα στα συντρίμμια, με ανθρώπους να καίγονται ζωντανοί και σώματα πολλών από τους επιβάτες να βρίσκονται διαμελισμένα (δείτε εδώ το βίντεο από τα φλεγόμενα βαγόνια, δευτερόλεπτα μετά την σύγκρουση).

Στην κάμερα του MEGA, μάλιστα, μίλησε άλλη μία κοπέλα η οποία βρισκόταν στο 3ο βαγόνι, ο λόγος για την 25χρονη Ευγενία συγκεκριμένα, και η περιγραφή της για όσα έζησε είναι ανατριχιαστική. Ήταν γεμάτη στα αίματα και το στόμα της είχε γεμίσει με γυαλιά εξαιτίας της σφοδρής σύγκρουσης.

Σοκάρει η περιγραφή 25χρονης από το τρίτο βαγόνι στα Τέμπη

«Ήμουν στο τρίτο βαγόνι, καθόμουν δίπλα στον Μιχάλη. Στην αρχή ένιωσα ένα απότομο φρενάρισμα, μετά ακολούθησε ένας δυνατός θόρυβος και μέσα σε δευτερόλεπτα έσπασαν τα τζάμια, τα πλαστικά κι όλα πετάχτηκαν στα πρόσωπά μας. Είχα πολλά συντρίμμια μέσα στο στόμα μου, θυμάμαι ότι δάγκωνα γυαλιά από το τζάμι και τα χέρια μου είχαν γεμίσει αίματα που μετά κατάλαβα ότι δεν ήταν δικά μου. Η θερμοκρασία που είχε αναπτυχθεί από την σύγκρουση ήταν τόσο μεγάλη που ακόμα και στις μικρές γρατζουνιές το αίμα έτρεχε ποτάμι», είπε αρχικά.

Και συμπλήρωσε στη συνέχεια: «Ο Μιχάλης θυμάμαι ήταν πολύ ψύχραιμος. Αμέσως σηκώθηκε και ρώτησε τους άλλους κι εμένα αν είμαι καλά. Μία κοπέλα είχε φύγει όλη εκτός βαγονιού και το αγόρι της την κράταγε και φώναζε “Ιφιγένεια”. Μία γυναίκα φώναζε “το μωρό μου, το μωρό μου”. Είπα στον Μιχάλη ότι φοβάμαι να πατήσω οπουδήποτε και τότε μου είπε “πάτα πάνω μου για να βγεις”. Το παιδί με πήρε κυριολεκτικά αγκαλιά καθώς έχανα την ισορροπία πηδώντας από το παράθυρο.

Μόλις πάτησα στην άσφαλτο ηρέμησα. Εκεί επιτέλους είχε φώτα, είδα πως όλοι ήταν μέσα στα αίματα. Εκεί ξαναβρήκα τον Μιχάλη. Τον ρώτησα πώς τον λένε και στον ευχαρίστησα. Ευτυχώς ήμασταν και οι δύο καλά. Μετά μίλαγα συνέχεια με τους δικούς μου να δούμε τι θα κάνω. Μας μετέφεραν στο νοσοκομείο στην Θεσσαλονίκη. Δεν ξαναείδα τον Μιχάλη μέσα στον χαμό. Θα ήθελα να ευχαριστήσω και πάλι τον Μιχάλη».