Πώς μια απώλεια επηρεάζει την ψυχική μας υγεία;

Είναι μια δύσκολη περίοδος στη ζωή μας...

Πώς μια απώλεια επηρεάζει την ψυχική μας υγεία;

Η καθημερινή ζωή έχει και τα πάνω της και τα κάτω της.

Τις καλές στιγμές και τις κακές. Η απώλεια υπάρχει σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας. Στον οικογενειακό κύκλο, στο φιλικό και στο ευρύτερο περιβάλλον. Παντού. Γιατί έτσι είναι η ζωή... Διαβάστε παρακάτω...

Πώς βιώνει το άτομο την απώλεια;
Η απώλεια ενός συγγενικού ή φιλικού προσώπου προκαλεί μια πληθώρα αρνητικών συναισθημάτων στο κάθε άτομο. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο καθένας βιώνει μια απώλεια με τον δικό του τρόπο καθώς ο κάθε άνθρωπος είναι μια ξεχωριστή οντότητα και οι αντιδράσεις του είναι διαφορετικές από κάποιου άλλου. Κάποιος ενδέχεται να εξωτερικεύσει τα συναισθήματά του, να ξεσπάσει και να ανακουφιστεί, ενώ κάποιος άλλος να τα εσωτερικεύσει, καθώς ίσως να μην έχει αντιληφθεί τον αμετάκλητο χαρακτήρα της απώλειας.

Όταν ένας άνθρωπος βιώνει μια απώλεια, π.χ. ενός οικογενειακού του προσώπου, περνάει από κάποια συγκεκριμένα στάδια, τα οποία είναι τα εξής:

«Άρνηση και απομόνωση». Σ’ αυτό το στάδιο, το άτομο αρνείται να παραδεχτεί ότι το αγαπημένο του πρόσωπο έφυγε από τη ζωή και βιώνει συναισθήματα απομόνωσης, αφού δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί τη συγκεκριμένη κατάσταση.


«Θυμός». Έπειτα, κατακλύζεται από το συναίσθημα του θυμού προς τους γύρω του ακόμα και προς το άτομο που απεβίωσε και κάποιες φορές επιρρίπτει και ευθύνες προς τους άλλους αλλά και προς τον εαυτό του για την απώλεια που βιώνει. Νιώθει ενοχή και πιστεύει ότι εκείνος φταίει γι’ αυτήν την κατάσταση.


«Διαπραγμάτευση». Μετά το θυμό, αρχίζει να διαπραγματεύεται το γεγονός αυτό και να σκέφτεται τι θα μπορούσε να έχει κάνει ο ίδιος για να αποφευχθεί αυτή η απώλεια. Ουσιαστικά, επιδιώκει κατά κάποιον τρόπο να θωρακίσει τον εαυτό του απ’ αυτό το δυσάρεστο γεγονός.


«Κατάθλιψη». Εδώ πρόκειται ίσως για το χειρότερο στάδιο από το οποίο περνάει το άτομο. Έχει συνειδητοποιήσει την απώλεια που βιώνει και αυτό έχει αρνητικές επιπτώσεις στην καθημερινή του ζωή. Κλείνεται στον εαυτό του, δεν έχει διάθεση για διεκπεραίωση των συνηθισμένων του δραστηριοτήτων, παρουσιάζει δυσκολίες στον ύπνο και έλλειψη όρεξης για φαγητό και δεν επιθυμεί καμία επικοινωνία με τους κοντινούς του ανθρώπους. Συνήθως, αυτά τα συμπτώματα περνούν μετά από κάποιο διάστημα. Εάν όμως συνεχιστούν, είναι απαραίτητο το άτομο να απευθυνθεί σε έναν σύμβουλο ψυχικής υγείας προκειμένου να τον βοηθήσει να τα ξεπεράσει.


Αποδοχή. Το άτομο σιγά σιγά αρχίζει να αποδέχεται την κατάσταση και προσπαθεί να ζήσει με την συγκεκριμένη απώλεια. Συνειδητοποιεί ότι η ζωή συνεχίζεται και ότι η κάθε είδους απώλεια είναι μέσα στη ζωή του ανθρώπου. Κανείς δεν μπορεί να το αλλάξει.
Η απώλεια, ως μη αναστρέψιμη κατάσταση εύλογα επηρεάζει την ψυχική υγεία του κάθε ατόμου. Το σημαντικό όμως είναι μετά από τη βίωση μιας τόσο επίπονης κατάστασης, το άτομο να αντιληφθεί ότι η ζωή είναι μικρή, να αναθεωρήσει κάποια πράγματα και να προχωρήσει στη ζωή εξοπλισμένο με κουράγιο, δύναμη, ελπίδα και αποφασιστικότητα.

Πένθος: Πώς να το αντιμετωπίσεις;

Το πένθος είναι μία εμπειρία που αφορά τους πάντες, αφού όλοι κάποια στιγμή βρισκόμαστε αντιμέτωποι με αυτό.

Οι ψυχολογικές συνέπειες του πένθους είναι ιδιαίτερα σημαντικές.


Έχει παρατηρηθεί ότι το πένθος είναι μία από τις πιο στρεσσογόνες καταστάσεις που μπορεί να κληθούμε να αντιμετωπίσουμε στην διάρκεια της ζωής μας. Οι ψυχολογικές συνέπειες του πένθους ωστόσο ποικίλουν από το ένα άτομο στο άλλο, εξαρτώνται κυρίως από τις πραγματικές συνθήκες της απώλειας, καθώς και από τους συναισθηματικούς δεσμούς εκείνου που πενθεί με αυτόν που «φεύγει».

Σε γενικές γραμμές, θεωρείται ότι η απώλεια του/της συντρόφου είναι ιδιαίτερα οδυνηρή, όπως άλλωστε και η απώλεια ενός παιδιού ή και η αυτοκτονία του αγαπημένου προσώπου.
(Παρά τον οδυνηρό της χαρακτήρα, η εμπειρία του πένθους εγγράφεται συνήθως σε μία κανονική ψυχολογική διαδικασία.)

Υπάρχουν όμως και σύνθετα ή παθολογικά πένθη, που γίνονται πηγή μεγάλης οδύνης εξαιτίας μίας διαταραχής της διαδικασίας του πένθους ή ενός προβλήματος ψυχιατρικής φύσης που εμφανίζεται στη διάρκειά του (εκτεταμένο καταθλιπτικό επεισόδιο ή αγχώδης διαταραχή).

Το κανονικό πένθος: Οι τρεις φάσεις του πένθους:

Αν και η διάρκεια του πένθους ποικίλει από άτομο σε άτομο, θεωρείται ότι το πένθος συνήθως το υπερβαίνει κανείς μέσα σε έναν χρόνο.

Διακρίνουμε τρία στάδια σε αυτήν την περίοδο πένθους:

Η αρχική φάση (φάση απόγνωσης).

Αυτή χαρακτηρίζεται από μία κατάσταση σοκ. Το άτομο καταλαμβάνεται από κατάπληξη, βυθίζεται βίαια σε ένα είδος νάρκης, χαρακτηρίζεται από μία πεισματική άρνηση του γεγονότος που προκαλεί την οδύνη του και συνεχίζει να ζει και να ενεργεί με τρόπο αυτόματο ή μηχανικό.

Η κεντρική φάση (φάση κατάθλιψης ή αναδίπλωσης).

Αυτή είναι η οξεία και εκτενέστερη περίοδος του πένθους. Χαρακτηρίζεται από μία πολύ έντονη συναισθηματική κατάσταση μέσα στην οποία συμπλέκονται: θλίψη, κλάματα, ενοχή, ντροπή, ευερεθιστότητα, ανορεξία, αϋπνία, αίσθημα κενού, κόπωση. Δεν είναι εξάλλου ένα αίσθημα θυμού απέναντι στον θάνατο.Χαρακτηρίζεται επίσης από μία κοινωνική απόσυρση, καθώς το άτομο αδυνατεί να διατηρήσει τις εργασιακές συνήθειες και τις διαπροσωπικές σχέσεις που είχε πριν. Χαρακτηρίζεται τέλος από μία ασυνείδητη ταύτιση με τον αποθανόντα: κοινές ανησυχίες σχετικά με την υγεία, προσωρινή μίμηση των τρόπων, της συμπεριφοράς και των συνηθειών του αποθανόντα. Στην διάρκεια της περιόδου αυτής δεν είναι σπάνιες οι ψευδαισθητικές ακουστικές και γενικότερα αισθητηριακές αντιλήψεις (έχει κανείς την εντύπωση ότι ακούει την φωνή ή τα βήματα του αποθανόντα, ότι τον διακρίνει μέσα στο πλήθος, ότι αισθάνεται το άγγιγμά του κλπ.).

Το τέλος του πένθους (φάση αποδοχής, θεραπείας ή προσαρμογής).

Η φάση αυτή χαρακτηρίζεται από μία ήρεμη συνειδητοποίηση της απώλειας: το άτομο γνωρίζει ότι πέρασε μία φάση πένθους και μπορεί να θυμάται τον αποθανόντα χωρίς υπερβολικό πόνο. Τα συνήθη ενδιαφέροντά του αποκαθίστανται και αρχίζει να συμμετέχει σε νέες διαπροσωπικές σχέσεις και νέα σχέδια. Τέλος, το άτομο επανακτά μία καλή σωματική και ψυχική κατάσταση.

Το παθολογικό πένθος:

Έχουν συχνά διαπιστωθεί οι ακόλουθοι τύποι πένθους:

Το υστερικό πένθος, το εμμονικό πένθος, το παραληρηματικό πένθος.

Αυτές οι παθολογικές εκδηλώσεις, που είναι όλες ιδιαίτερα αγχώδεις και καταθλιπτικές, είναι τόσο συχνότερες όσο νεότερο είναι το άτομο που πενθεί και όσο περισσότερο αδυνατεί να αποδεχθεί την περίοδο πένθους στην οποία έχει εισέλθει (ανολοκλήρωτο πένθος).

Οι καταθλιπτικές διαταραχές ενός παθολογικού πένθους έχουν ποικίλες εκδηλώσεις: α) συναίσθημα βαθειάς ενοχής σχετικά με πράξεις που έγιναν ή δεν έγιναν την περίοδο που προηγήθηκε του πένθους, β) αυτοκτονικός ιδεασμός, γ) ένα ζοφερό συναίσθημα προσωπικής απαξίωσης, δ) μία έκδηλη ψυχοκινητική επιβράδυνση, ε) μία βαθειά και εκτεταμένη αλλοίωση της ψυχοσωματικής λειτουργίας και στ) έντονες ψευδαισθήσεις που δεν περιορίζονται μόνο στο να ακούει κανείς ή να βλέπει φευγαλέα τον αποθανόντα.

Σε αντίθεση με το κανονικό πένθος, το παθολογικό πένθος απαιτεί μία έγκαιρη ψυχολογική εκτίμηση. Μία τέτοια εκτίμηση είναι εξαιρετικά αναγκαία όταν πρόκειται για πενθούντα άτομα που έχουν στο παρελθόν εκδηλώσει ψυχικές διαταραχές, έχουν ήδη βιώσει επαναλαμβανόμενα πένθη στο παρελθόν, ή έχουν χάσει ένα οικείο πρόσωπο μέσα σε ιδιαίτερα σκληρές συνθήκες.

Στόχος αυτής της εκτίμησης είναι να αποφασιστεί από κοινού με τον ψυχολόγο ένας συγκεκριμένος θεραπευτικός προσανατολισμός: ψυχοθεραπείας και αν κριθεί απαραίτητο συνδυασμός με φαρμακευτική αγωγή.
Πρέπει ωστόσο όλοι να γνωρίζουμε ότι η διεργασία του πένθους δεν μπορεί να ολοκληρωθεί ακόμη και στην περίπτωση του κανονικού πένθους χωρίς το άτομο να περάσει από στιγμές έντονης οδύνης και ειδικότερα από μία καταθλιπτική φάση, η οποία πρέπει να γίνει σεβαστή και να μην αποτελεί αφορμή για καταφυγή σε φαρμακοθεραπεία. Η δουλειά του ψυχολόγου είναι όχι να εξαλείψει το πένθος, αλλά να συνοδεύσει κατά κάποιο τρόπο το άτομο στο διάβα του πένθους, όλων των διαδοχικών φάσεών του μέχρι την ολοκλήρωσή του και την έξοδο του ατόμου από αυτό.