Ο Πάνος Σταθακόπουλος βρέθηκε καλεσμένος στην εκπομπή «Στούντιο 4» όπου μίλησε μεταξύ άλλων για την συνεργασία του με τον Πέτρο Φιλιππίδη καθώς ο γνωστός ηθοποιός είχε αποκαλύψει πως υπέστη κακοποιητική συμπεριφορά.

Οι δηλώσεις του Πάνο Σταθακόπουλου

«Όταν μια υπόθεση έχει φτάσει στα δικαστήρια εμείς πρέπει να σιωπούμε. Θα γίνει το δικαστήριο και θα τιμωρηθεί όπως πρέπει. Είχα πει ότι είχε κάποιες εξάρσεις και πολλούς μας έκανε να λέμε “δεν θέλω να πάω στη δουλειά”.

Μου έχει τύχει και με άλλους. Είναι μεμονωμένες όμως οι περιπτώσεις. Είμαι από τους πολύ τυχερούς. Είναι όπως στη ζωή τα λουλούδια και τα αγκάθια. Αυτό θα πω και θα ήθελα να κλείσουμε γιατί πραγματικά με στεναχωρεί γιατί κάποιοι άνθρωποι είχαν τα πάντα, ταλέντο, τύχη, υγεία.

Μάλιστα, ο ίδιος αποκάλυψε πως ξεπέρασε το “τραύμα” του: «Ήθελα να φύγω από τη δουλειά. Θα το κάνω εγώ πρώτη φορά να φύγω από δουλειά; Το έφερα βαρέως.

Ήξερα και τι θα ακουστεί, ότι φεύγει από δουλειές. Το θεωρούσα και ήττα. Οι συνάδελφοι μου έλεγαν να μείνω και ότι τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα στην περιοδεία.

Τότε πήρα τηλέφωνο τον αδελφό μου και του είπα “θέλω να μου αγοράσεις μία γαϊδούρα επειδή είναι από τα αγαπημένα μου ζώα, συμβολίζει την υπομονή και την ταπεινότητα. Είχαμε και παλιά γαϊδούρια. Το απέκτησα συμβολικά. Μου θύμιζε ότι πρέπει να έχουμε υπομονή και όλα θα ξεπεραστούν.».

«Έχω περάσει δύσκολα οικονομικά! Παίρναμε προϊόντα που ήταν αφημένα…»

Συνέντευξη στην Μαρία Σοφιανού για το «Λοιπόν» παραχώρησε ο γνωστός ηθοποιός, Πάνος Σταθακόπουλος ο οποίος μίλησε μεταξύ άλλων για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στο ξεκίνημα της καριέρας του.

Στο ξεκίνημά σου συνάντησες οικονομικές δυσκολίες;

«Ναι, έχω περάσει πολύ δύσκολα οικονομικά. Να φανταστείς ότι έμενα με την ξαδέρφη μου σε ένα ημιυπόγειο, είχαμε ένα μάτι κουζίνας για να μαγειρεύουμε, το οποίο δεν δούλευε και πολύ καλά, με αποτέλεσμα το κάθε φαγητό να χρειάζεται για να φτιαχτεί πολλές ώρες.

Μια φασολάδα μπορεί να έκανε να μαγειρευτεί 7 ώρες. Ακόμα παίρναμε προϊόντα που ήταν αφημένα έξω από μανάβικα, τα οποία τα είχαν για πέταμα, αλλά για εμάς ήταν χρυσάφι.»